Συχνά, και ιδιαίτερα τώρα το καλοκαίρι, γίνομαι αποδέκτης ερωτημάτων σχετικών με το αν οι αρχαίοι Ελληνες είχαν υποκατάστατα των σημερινών ψυγείων και ακόμη αν είχαν τη δυνατότητα να ψύχουν τα διάφορα ποτά τους. Και στα δύο αυτά ερωτήματα η απάντηση είναι θετική.
Ωστόσο ακόμη και η πιο σύντομη ανάπτυξή τους απαιτεί έκταση που ξεπερνά τον περιορισμένο χώρο μιας επιφυλλίδας. Ετσι θα περιοριστώ στο δεύτερο ερώτημα, επιφυλασσόμενος σε μια άλλη, ελπίζω επίσης καλοκαιριάτικη, επιφυλλίδα να ασχοληθώ και με το πρώτο.
Όπως είναι γνωστό, το κατ’ εξοχήν ποτό των αρχαίων Ελλήνων ήταν ο «θείος οίνος». Ανδρες, γυναίκες και παιδιά γεύονταν το ένθεο αυτό ποτό και ιδιαίτερα οι πρώτοι, που συνομιλούσαν και φλυαρούσαν ατέλειωτες ώρες κάθε μέρα στους ανδρώνες πίνοντας κρασί. Οι συμμετέχοντες στις κρασοκατανύξεις αυτές συνήθως δεν έχαναν τη διαύγεια του νου τους επειδή το κρασί που κατανάλωναν ήταν νερωμένο. Σπάνια, και για πολύ συγκεκριμένους σκοπούς, οι αρχαίοι Ελληνες έπιναν ανέρωτο κρασί, «άκρατον οίνον». Η ανάμειξη του κρασιού με το νερό γινόταν μέσα σε μεγάλα ευρύστομα αγγεία, γνωστά ως κρατήρες, και η συνήθης αναλογία ήταν